Γιατί η κρίση θυμίζει 1929 και όχι 2000

Γιατί η κρίση θυμίζει 1929 και όχι 2000

Ποιες προβλεψεις κάνουν Ελληνες και ξένοι αναλυτές σχετικά με την πορεία της κρίσης στο μέλλον

Του Κωστη Παπαδημητριου

Ιδιαιτέρως και υπό τον όρο διατήρησης της ανωνυμίας τους τα τραπεζικά στελέχη τόσο στο Λονδίνο όσο και στην Αθήνα παραδέχονται ότι τα πράγματα είναι πολύ σοβαρά με την τρέχουσα χρηματοοικονομική κρίση. Επισήμως αναλυτές και διοικητικοί παράγοντες καθησυχάζουν και ζητούν τη στήριξη των κεντρικών τραπεζών. Το πιο ανησυχητικό είναι ότι αυτή η κρίση εξελίσσεται αργά αργά με τα πάνω και τα κάτω της θυμίζοντας πιο πολύ το 1929 παρά το 1987, το 1997 ή το 2000, όταν η αγορά είχε μια μεγάλη και απότομη πτώση, κάποιοι «μάτωναν» –κατά την έκφραση της αγοράς– αλλά μετά ένα διάστημα τα πράγματα έβρισκαν ξανά τους κανονικούς ρυθμούς. «Είμαι από το 1990 στην αγορά και δεν έχω ξαναδεί κάτι τέτοιο» μας έλεγε τραπεζικό στέλεχος από την ελληνική αγορά.

Μέχρι πριν από μερικές εβδομάδες, κάθε φορά που η αγορά έδειχνε να ξεπερνάει το σοκ, στελέχη της αγοράς έσπευδαν να πουν ότι αυτό ήταν, η κρίση πέρασε ή ακόμη έφταναν να πουν ότι δεν υπήρξε καν κρίση. «Ποια κρίση; Δεν υπάρχει κρίση» μας έλεγε στέλεχος επενδυτικής εταιρείας στο τέλος Σεπτεμβρίου, θέλοντας να εκφράσει κάπως προκλητικά την αισιοδοξία του.

Η αγορά ξεχνάει

Για κάποιο περίεργο λόγο η αγορά φαίνεται να θέλει να ξεχνάει ότι η κρίση άρχισε τον Φεβρουάριο – Μάρτιο –όταν αποκαλύφθηκαν τα πρώτα προβλήματα με τα δάνεια subprime για να θεωρηθούν ένα «μικρό και περιορισμένο πρόβλημα»– και προτιμά να πιστεύει ότι όλα άρχισαν τον Ιούλιο – Αύγουστο.

Είναι αλήθεια ότι αυτό που συνέβη το καλοκαίρι ήταν συγκλονιστικό, όπως το περιγράφουν τραπεζικά στελέχη από το Λονδίνο. Η έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ τραπεζών ξέσπασε ξαφνικά και βίαια: μέσα σε ελάχιστες ημέρες οι διαχειριστές χαρτοφυλακίων βρέθηκαν σε μια κατάσταση όπου δεν μπορούσαν όχι να πουλήσουν αλλά ούτε καν να πάρουν τιμές για τραπεζικά ομόλογα και μάλιστα βραχυπρόθεσμα – «χαρτιά» με λήξη ακόμη και εντός ενός ή δύο μηνών. Μιλάμε για κανονικά τραπεζικά ομόλογα και όχι για σύνθετα χρηματοοικονομικά προϊόντα, με άλλα λόγια οι traders ανησυχούσαν ότι μπορεί να ξυπνήσουν την επόμενη ημέρα και να μην υπάρχει πια μια μεγάλη τράπεζα, να συμβεί το αδιανόητο. Παρόλο που πρόκειται για μια σχετικά μικρή και εξειδικευμένη στεγαστική τράπεζα, αυτό που συνέβη με τη Northern Rock και τις ουρές των καταθετών να αποσύρουν τα χρήματά τους ήταν συγκλονιστικό, η Βρετανία είχε να δει κάτι τέτοιο από τις αρχές του 20ού αι. Ο κόσμος πίστευε ότι κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί μόνο σε τριτοκοσμική χώρα.

«Εχει ξεπεραστεί αυτή η κατάσταση;», ρωτήσαμε τον συνομιλητή μας. «Και ναι, και όχι» απαντά προς έκπληξή μας. «Τα συνεχόμενα write down (διαγραφές τίτλων από τον ισολογισμό ως επισφάλειες) κλονίζουν ακόμη περισσότερο την εμπιστοσύνη μεταξύ των τραπεζών» συμπληρώνει και εξηγεί ότι είναι ακόμη χειρότερο πως αυτό γίνεται σε δόσεις. Η UBS είχε περίπου 40 δισ. δολάρια σε CDO και άλλα τέτοια προϊόντα. Διέγραψε πρώτα τίτλους αξίας 3 δισ. δολαρίων, μετά άλλα 10 δισ. δολάρια και κανείς δεν ξέρει πόσο θα φτάσει. Αυτήν την εβδομάδα η Citigroup ανακοίνωσε ότι οι συνολικές διαγραφές της φτάνουν τα 18 δισ. δολάρια και η Merrill Lynch τα 16,7 δισ. δολάρια. Συνολικά όλες οι τράπεζες έχουν ανακοινώσει –μέχρι στιγμής– διαγραφές που ξεπερνούν τα 100 δισ. δολάρια και το νούμερο συνεχώς μεγαλώνει, κανείς δεν ξέρει πού θα φτάσει. Ο ΟΟΣΑ δεν αποκλείει να γίνει διπλάσιο ή τριπλάσιο. Σήμερα το κόστος χρήματος για τις τράπεζες έχει ανέβει αρκετά. Συγκεκριμένα έχει διευρυνθεί το spread (η διαφορά) των διατραπεζικών επιτοκίων Euribor, Libor κ.λπ. από τα αντίστοιχα παρεμβατικά των κεντρικών τραπεζών. Επιπλέον το spread των τραπεζικών ομολόγων από μία ή δύο δεκάδες basis points (εκατοστά της εκατοστιαίας μονάδας) σε πάνω από 100.

«Είχε επικρατήσει η αντίληψη ότι το χρήμα είναι φτηνό και μπορούμε να κάνουμε ό,τι θέλουμε με αυτό» συνεχίζει αυτοκριτικά το ίδιο στέλεχος, συμπληρώνοντας «ξεθαρρέψανε πολύ, νόμιζαν ότι έγιναν Master of the Universe (σ.σ. Κυρίαρχοι του Σύμπαντος)» γι’ αυτούς που σχεδίαζαν και πουλούσαν αυτά τα προϊόντα. Από τους επενδυτές που τα αγόραζαν άλλοι απλώς δεν αντιλαμβάνονταν τους κινδύνους που εμπεριείχαν, ενώ άλλοι που είχαν τις γνώσεις και την εμπειρία «τυφλώθηκαν» γιατί απλώς έβλεπαν τις καλές αποδόσεις που δεν έβρισκαν αλλού.

Επισήμως η αγορά συνολικά και οι τράπεζες ειδικότερα ζητούν τώρα την άνευ όρων στήριξη από την κοινωνία και πιο συγκεκριμένα των κεντρικών τραπεζών. Το superfund που έστησαν ορισμένες μεγάλες αμερικανικές τράπεζες υπό την καθοδήγηση του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ και υποτίθεται ότι θα έφερνε την ισορροπία στην αγορά των σύνθετων χρηματοοικονομικών προϊόντων φαίνεται ότι είναι μια «τρύπα στο νερό», όπως μας έλεγε το τραπεζικό στέλεχος από το Λονδίνο. Το πρόβλημα με τις μειώσεις των επιτοκίων είναι ότι ο κάπως «τσιμπημένος» πληθωρισμός παγκοσμίως, που ξεκινάει από το πετρέλαιο και τα τρόφιμα, κάνει τις κεντρικές τράπεζες πολύ επιφυλακτικές, και ιδίως την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).

Οι αμφιβολίες

Παράλληλα υπάρχουν αμφιβολίες αν θα είναι ένα αποτελεσματικό μέτρο, ενώ επιπλέον ανησυχούν μήπως απλώς μεταφέρουν το πρόβλημα πιο πίσω. Εξάλλου οι μειώσεις των επιτοκίων του 2002-2003, αν όχι του 1997-98, ευθύνονται για τη σημερινή κρίση και πολλοί κατηγορούν ευθέως τον τότε πρόεδρο της αμερικανικής Federal Reserve κ. Αλαν Γκρίνσπαν. Αλλωστε ο ΟΟΣΑ προειδοποίησε ότι παρά την κρίση η ρευστότητα είναι τεράστια και νέες φούσκες μπορούν να δημιουργηθούν ανά πάσα στιγμή.

Τα πιο αισιόδοξα στελέχη της αγοράς λένε πλέον ότι η κρίση θα κρατήσει για τουλάχιστον ένα εξάμηνο ακόμα, τα πιο απαισιόδοξα, ας το αφήσουμε καλύτερα…

kath

Κοινοποίηση

You May Also Like

More From Author

+ There are no comments

Add yours

Time limit is exhausted. Please reload CAPTCHA.