Οι ατέλειες της ζήτησης
Οι ατέλειες της ζήτησης
Tου Πασχου Μανδραβελη / pmandravelis@kathimerini.gr
Είναι αλήθεια πως ο ανταγωνισμός στην ελληνική αγορά είναι ατελής και πως οι ατέλειές του καταλήγουν να γίνουν αυτό που ονομάζουμε ακρίβεια ή μεγαλύτερος της Ευρωζώνης πληθωρισμός. Είναι αλήθεια πως υπάρχουν ολιγοπωλιακές δομές στην αγορά, πιθανότατα συμπεφωνημένες πρακτικές, κρυφά κόστη από τα κλειστά επαγγέλματα και τεράστια κόστη από το διογκωμένο αντιπαραγωγικό Δημόσιο. Μόνο που οι ατέλειες στην ελληνική αγορά δεν αφορούν αποκλειστικά το σκέλος της προσφοράς των προϊόντων. Αφορούν και τη ζήτηση, δηλαδή την συμπεριφορά ημών των καταναλωτών.
Υπάρχει ένα παράδειγμα που εκ πρώτης όψεως φαίνεται εξωφρενικό. Η Ελλάδα πριν από μερικά χρόνια είχε την υψηλότερη τιμή φρέσκου παστεριωμένου γάλακτος στην Ευρώπη. Ολοι γκρινιάζαμε γι’ αυτό, αλλά κανείς δεν έκανε τίποτε. Χειρότερα: όταν μια νέα φίρμα με υψηλότερη τιμή βγήκε στα ράφια κέρδισε σε ένα χρόνο το 17% της αγοράς. Κάποιοι είπαν ότι «είχε καλύτερη γεύση», άλλοι ότι ήταν «από επιλεγμένες φάρμες» (λες και οι υπόλοιπες βιομηχανίες δεν έκαναν κάποια καλή ή κακή -δεν έχει σημασία- επιλογή προμηθευτών) και κάποιοι άλλοι δήλωσαν ότι «για το παιδί μου θέλω το καλύτερο γάλα», που σήμαινε το ακριβότερο. Γεγονός πάντως είναι ότι στους παραγωγούς αυτού του προϊόντος δόθηκε ένα μήνυμα ισχυρότερο από εκείνο της διάχυτης γκρίνιας για το ακριβό γάλα. Στην πράξη αποδείχτηκε ότι οι καταναλωτές ήταν διατεθειμένοι να πληρώσουν ακόμη πιο ακριβά το ακριβότερο γάλα της Ευρώπης και φυσικά πολλοί άδραξαν την ευκαιρία.
Στην Ελλάδα διακινείται ο βολικός μύθος του αισχροκερδούς. Συνήθως, τον διακινούν εκείνοι που (σύμφωνα με το ίδιο σκεπτικό) «αισχρομισθοδοτούνται». Είναι εκείνοι που για να βγουν μισή ώρα στο γυαλί παίρνουν μηνιαίως όσα ένας εργαζόμενος ετησίως και ίσως περισσότερα. Αυτοί, είναι οι φίλοι του λαού και οι εχθροί του κερδοσκόπου. Προωθούν την ιδέα της ρύθμισης της αγοράς διά των κοστολογικών ελέγχων, δίχως ποτέ να αναρωτηθούν «τι θα σήμαινε ένας κοστολογικός έλεγχος για τις υπηρεσίες που προσφέρουν οι ίδιοι;» Πώς και πόσο αποτιμάται κάθε σοφία που εκστομίζουν στις 8.00 μ.μ.; Μήπως κερδοσκοπούν με τις αγωνίες του ελληνικού λαού; Χειρότερα: μήπως πωλούν ακριβά σκάρτο προϊόν, σενάρια για αγρίους αντί πραγματικών λύσεων; Μήπως λαϊκίζουν σε βάρος και των ιδίων των καταναλωτών; Διότι όταν κάποιος πιστέψει ότι όλη η αγορά είναι μια απέραντη συνωμοσία αόρατων κερδοσκόπων, δεν θα ψάξει να βρει το καλύτερο και φθηνότερο, απλώς θα υποταχθεί.
Υπάρχει πρόβλημα στην αγορά, αλλά αυτό έχει δύο σκέλη. Το ένα έχει αναλυθεί και καταγγελθεί δεόντως. Είναι οι επιχειρήσεις που βρίσκουν (την απουσία της Επιτροπής Ανταγωνισμού) και κάνουν. Είναι επίσης οι λατρευτοί μας μικρομεσαίοι που δεν μπορούν να κάνουν οικονομίες κλίμακας και δεν θέλουν να εκσυγχρονιστούν. Τα άλλο σκέλος, επειδή αφορά τη μεγάλη πελατεία των ΜΜΕ, δεν συζητείται ποτέ. Είμαστε εμείς, οι καταναλωτές, που πληρώνουμε τον καφέ 3,5 ευρώ σε άθλιες πλατείες και στριμωγμένα τραπεζοκαθίσματα, και 30 ευρώ τη φήμη μιας μπριζόλας. Πρέπει να καταλάβουμε κάτι: αφού υπάρχουν κερδοσκόποι, τότε αναγκαστικά θα υπάρχουν και οι «ζημιοσκόποι», δηλαδή όλοι εμείς που έστω διαμαρτυρόμενοι τους πληρώνουμε.