Πάρτε δάνειο με επιτόκιο της ΕΚΤ και οχι Εuribor
ΠΩΣ ΟΙ ΤΡΑΠΕΖΕΣ ΚΕΡΔΙΖΟΥΝ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΑΠΟ ΚΑ Τ ΑΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΑΝΕΙΑ
Πέντε παγίδες στα επιτόκια
ΡΕΠΟΡΤΑΖ: ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΕΦΑΝΗΣ
Πέντε παγίδες, με κόστος αρκετών εκατοντάδων ή και χιλιάδων ευρώ κάθε χρόνο, στήνουν οι τράπεζες σε καταθέτες και δανειολήπτες, εκμεταλλευόμενες την αναταραχή που έχει ξεσπάσει τους τελευταίους μήνες στην παγκόσμια οικονομία. Η κρίση των subprime έχει εκτινάξει το κόστος του χρήματος στη διατραπεζική αγορά, όμως στη συντριπτική τους πλειονότητα οι ελληνικές τράπεζες «ξεχνούν» να αυξήσουν αντίστοιχα τα επιτόκια των λογαριασμών ταμιευτηρίου, στερώντας ουσιαστικά τόκους εκατομμυρίων ευρώ από τους πελάτες τους.
Ακολουθούν, όμως, διαφορετικά μέτρα και σταθμά στα δάνεια, όπου- στρέφοντας τους πελάτες τους σε κυμαινόμενα επιτόκια που βασίζονται στο διατραπεζικό επιτόκιο Εuribor- μετακυλίουν σε αυτούς τις αυξήσεις που έχουν γίνει το τελευταίο διάστημα στην αγορά χρήματος, αλλά και όσες αναταράξεις επιφυλάσσει ακόμα η εκρηκτική κατάσταση που επικρατεί διεθνώς.
1Αμετάβλητοι οι λογαριασμοί ταμιευτηρίου
Χαμένη από την αύξηση των επιτοκίων βγαίνει η συντριπτική πλειονότητα των μικροκαταθετών, η οποία έχει χρήματα σε βασικούς λογαριασμούς ταμιευτηρίου. Και αυτό γιατί οι περισσότερες τράπεζες είτε έχουν αφήσει αμετάβλητα τα επιτόκια στο βασικό ταμιευτήριο είτε τα έχουν αυξήσει μονάχα συμβολικά, σε σύγκριση με την εκτίναξη του κόστους χρήματος τους τελευταίους μήνες. Ενδεικτικό είναι ότι- με την εξαίρεση των ειδικών λογαριασμών ταμιευτηρίου που διαθέτουν στην αγορά συγκεκριμένες τράπεζες- τα επιτόκια για μια μέση κατάθεση έως 20.000 ευρώ έχουν παραμείνει καθηλωμένα χαμηλότερα από το 1%, ενώ μόνο τους τελευταίους 6 μήνες το κόστος του χρήματος στη διατραπεζική αγορά έχει αυξηθεί κατά περισσότερο από 0,5 της μονάδας.
2 Χαμένοι οι «ευρωπαϊκοί» λογαριασμοί καταθέσεων
Σε αντίστοιχη μοίρα, χαμένοι δηλαδή σε σχέση με τη διεθνή συγκυρία, βρίσκονται και όσοι έχουν τοποθετήσει τα χρήματά τους σε λογαριασμούς ταμιευτηρίου που συνδέονται άμεσα με το βασικό επιτόκιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Πρόκειται για τους λεγόμενους «ευρωπαϊκούς» λογαριασμούς ταμιευτηρίου, το επιτόκιο των οποίων αυξομειώνεται ανάλογα με τις αποφάσεις της ΕΚΤ. Το τελευταίο διάστημα, όμως, και ενώ στη διατραπεζική αγορά το κόστος του χρήματος έχει εκτιναχθεί, το βασικό επιτόκιο του ευρώ έχει παραμείνει καθηλωμένο στο 4%.
3 Επιτόκιο Εuribor αντί για ΕΚT
Δάνεια με καπέλο αρκετών εκατοντάδων ευρώ κάθε χρόνο πληρώνουν όσοι πέσουν στην παγίδα του κυμαινόμενου επιτοκίου που βασίζεται στο διατραπεζικό Εuribor έναντι του βασικού επιτοκίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι μέχρι πρότινος η ψαλίδα ανάμεσα στις δύο κατηγορίες ήταν της τάξης του 0,10 της μονάδας, πρακτικά αμελητέα για τους δανειολήπτες. Μετά την κρίση στις αγορές, όμως, η έλλειψη εμπιστοσύνης αλλά και ρευστότητας στο σύστημα εκτίναξε το διατραπεζικό επιτόκιο ακόμα και στο 5%, ενώ την ίδια στιγμή η ΕΚΤ διατήρησε το δικό της επιτόκιο σταθερό στο 4%. Η διαφορά αυτή μεταφράζεται σε καπέλο 85 ευρώ τον μήνα ή πάνω από 1.000 ευρώ τον χρόνο για ένα μέσο στεγαστικό δάνειο 150.000 ευρώ για 20 χρόνια.
4 Εuribor τριμήνου αντί για μηνός
Ακόμα, όμως, και στα δάνεια που ούτως ή άλλως βασίζονται στο διατραπεζικό επιτόκιο Εuribor, υπάρχουν παγίδες και «ψιλά γράμματα» που λειτουργούν υπέρ των τραπεζών. Συγκεκριμένα, στην περίπτωση αυτή το «παιχνίδι» του ακριβού χρήματος παίζεται στη διαφορά ανάμεσα στο Εuribor μηνός και το Εuribor τριμήνου. Σήμερα, και λόγω της κρίσης που υπάρχει στην αγορά, η «ψαλίδα» ανάμεσα σε αυτές τις δύο κατηγορίες είναι της τάξης του 0,4 της μονάδας, ενώ στο παρελθόν είχε ξεπεράσει και το 0,5 της μονάδας. Δηλαδή, ενώ το Εuribor μηνός σήμερα ανέρχεται στο 4,2% περίπου, το Εuribor τριμήνου είναι της τάξης του 4,6%. Από τη διαφορά αυτή και για ένα μέσο στεγαστικό δάνειο 150.000 ευρώ για 20 χρόνια προκύπτει «ψαλίδα» της τάξης των 34 ευρώ τον μήνα ή άνω των 400 ευρώ κάθε χρόνο.
5 Μεταφορά σε ακριβό χρήμα
Τέλος, ψυχρολουσία εκατοντάδων ή και χιλιάδων ευρώ κάθε χρόνο επιφυλάσσουν οι τράπεζες σε όσους είχαν κάνει χρήση των χαμηλότοκων προσφορών σε στεγαστικά δάνεια σταθερής διάρκειας, για τα πρώτα 2 ή 3 χρόνια των οφειλών τους. Στην περίπτωση αυτή, και για την αρχική περίοδο, το επιτόκιο διαμορφωνόταν στο 3,5%. Στη συνέχεια, όμως, και με βάση τους όρους της σύμβασης του δανείου, το χρέος τοκίζεται με κυμαινόμενο επιτόκιο, με βάση αναφοράς το διατραπεζικό επιτόκιο Εuribor, δηλαδή σε πραγματικούς όρους εκτινάσσεται στο 5,5%, δύο ολόκληρες μονάδες υψηλότερα.
Για το δάνειο του παραδείγματος, η διαφορά αυτή μεταφράζεται σε επιπλέον κόστος άνω των 160 ευρώ τον μήνα ή σχεδόν 2.000 ευρώ επιπλέον κάθε χρόνο, μια και η μηνιαία δόση εκτινάσσεται στα 1.031
ευρώ, έναντι 861 ευρώ κατά την «προνομιακή» περίοδο.
ΤΑ ΝΕΑ